Ο εργάτης – φοιτητής. Οι ταξικοί αγώνες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Για αρχή θα πρέπει να πούμε δυο πράγματα σε σχέση με την έννοια του εργάτη φοιτητή, όπως τουλάχιστον την προσδιορίσαμε στο κείμενο του προηγούμενου τεύχους. Με τον όρο εργάτης – φοιτητής, εννοούμε τη διάσταση του φοιτητή ως εργάτη, η οποία προκύπτει ευθέως από την φοίτησή του σε κάποιο ίδρυμα της τριτοβάθμιας.
Η πρόκληση για μια τέτοια ανάλυση ήταν ακριβώς μία αριστερής προελεύσεως άποψη που τοποθετούσε το φοιτητή  έξω από την ταξική διαίρεση της κοινωνίας, κάπου στην ασαφή σφαίρα του εποικοδομήματος. Για την αριστερά ο φοιτητής δεν είναι ούτε προλετάριος, ούτε αστός. Είναι ένας νέος διανοούμενος (διανοούμενος στο βαθμό που ασχολείται με την αστική γνώση). Αυτές του οι ιδιότητες (η νεότητα και η διανόηση) είναι που συχνά τον φέρνουν κοντά στα συμφέροντα των εργατών, ως απ' έξω φίλο της εργατικής τάξης (κατά το εργάτες, αγρότες φοιτητές, με μέτωπο απαντάμε στις πολυεθνικές…). Στο προηγούμενο τεύχος δείξαμε αυτό ακριβώς: ότι οι χιλιάδες ώρες φοίτησης στην τριτοβάθμια, μελέτης, εξετάσεων κτλ, είναι εργατώρες. Ότι ο φοιτητής εργάζεται και ότι από την εργασία του αποσπάται υπεραξία, σύμφωνα με το νόμο της αξίας. Χρησιμοποιώντας ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά εργαλεία της εργατικής αυτονομίας, την κατασκευή του κοινωνικού εργοστασίου, δείξαμε ότι ο φοιτητής εργάζεται (εκτός εργοστασίου και άνευ μισθού) προκειμένου να παραχθεί ο κοινωνικοποιημένος, πειθαρχημένος, γνωστικά επαρκής και ειδικευμένος κατά τις εκάστοτε απαιτήσεις του κεφαλαίου εργάτης. Εργάζεται για να παράγει εργατική δύναμη κατάλληλη για τις ανάγκες των αφεντικών, Εργάζεται για να παράγει τον εαυτό του σαν εργάτη.
Σημειώναμε επίσης ότι καίτοι οι φοιτητές ανήκουν κατά την παραπάνω έννοια αντικειμενικά στην εργατική τάξη, υποκειμενικά ωστόσο διακρίνονται στην πλειοψηφία τους (και σε όλο το φάσμα από την αριστερά ως την δεξιά) από αντεργατικό φανατισμό. Οι φοιτητές, είτε στη γιάπικη εκδοχή τους, είτε στην εκδοχή του «έχω να πω και δυο καλές κουβέντες για τους εργάτες», είναι πεισμένοι ότι καθώς δεν είναι χειρώνακτες, δεν έχουν τίποτα κοινό με τον κατά την γνώμη τους «πάτο» του προλεταριάτου.
Υπάρχουν όμως ή μπορεί να υπάρξουν ταξικοί αγώνες μέσα στην τριτοβάθμια; Προσέξτε, δε μιλάμε απλώς γενικώς και αορίστως για οργανωμένη δυσαρέσκεια ή για κοινωνικές αρνήσεις. Μιλάμε για ΤΑΞΙΚΟΥΣ αγώνες. Οφείλουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, όχι μόνο γιατί έτσι υποσχεθήκαμε στο κείμενο του προηγούμενου τεύχους, αλλά επειδή η άποψη περί εργάτη φοιτητή θα κινδύνευε να καταδικαστεί σε εξυπνακίστικο θεωρητικολόγημα, δίχως να γειώνεται στην ταξική πάλη.  Ναι, βεβαίως και μπορεί να υπάρξει ταξική πάλη στα πανεπιστήμια. Υπήρξε… Και με δεδομένη την γενική παρακμή του ταξικού ανταγωνισμού, υπάρχει και σήμερα. Μην περιμένετε να μιλήσουμε για εκπαιδευτικά κινήματα, θα σας απογοητεύσουμε. Ούτε βεβαίως πρόκειται να σας εκπλήξουμε με καινοφανείς ιδέες. Θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε τέσσερα μέτωπα του ταξικού ανταγωνισμού εντός της τριτοβάθμιας. Μέτωπα ανοιχτά. Μέτωπα στα οποία κατά καιρούς φοιτητικές συλλογικότητες έχουν σταθεί για λίγο, δίχως ωστόσο να τα αντιλαμβάνονται ως τέτοια, ως μέτωπα ταξικής πάλης.


ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ / ΕΜΜΕΣΟΣ ΜΙΣΘΟΣ /
ΣΙΤΙΣΗ – ΣΤΕΓΑΣΗ – ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Πριν κάμποσα χρόνια, στις αρχές περίπου του προηγούμενου αιώνα, η κυρίαρχη εργατική φιγούρα, ήταν αυτή του εργάτη – μάστορα. Τότε, πριν ακόμη οι μηχανές του Ford και του Taylor σπάσουν την τέχνη του μάστορα, η εκπαίδευση δεν ήταν διαχωρισμένη από την παραγωγή. Ο τότε νεαρός εκπαιδευόμενος, γνωστός και ως μαστορόπουλο, μάθαινε τα μυστικά της τέχνης δίπλα στο μάστορα. Πολλά τα δεινά του μαστορόπουλου. Ο μάστορας ήταν συνήθως αυστηρός και απαιτητικός χωρίς ανοχές έναντι της άγνοιας – απειρίας του πιτσιρικά. Τον κουβάλαγε μαζί του παντού ενώ αντί για μισθό του έδινε απλώς χαρτζιλίκι.
Αλλά σε εκείνη την αναμφίβολα σχέση εκμετάλλευσης, στη σχέση μάστορα – μαστορόπουλου, τα πράγματα ήταν καθαρά και ξάστερα. Ο μάστορας εκμεταλλευόταν την ανειδίκευτη εργασία του μαστορόπουλου, αγοράζοντας την εργατική του δύναμη σε τιμή χαρτζιλικιού. Το αντάλλαγμα ήταν η εκπαίδευση, η παροχή έγκυρης για τις απαιτήσεις της παραγωγής γνώσης. Ωστόσο σε εκείνη την εποχή ήταν ακόμη αυτονόητο ότι η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης του εκπαιδευόμενου προς ειδικευμένη εργασία, ήταν ευθύνη – υποχρέωση ΤΟΥ ΑΦΕΝΤΙΚΟΥ ΤΟΥ. Υποχρέωση είτε του μάστορα, είτε του αφεντικού του μάστορα. Ήταν αδιανόητο το μαστορόπουλο να δουλεύει δίπλα στον μάστορα χωρίς καθόλου άμεσο (χαρτζιλίκι) ή έμμεσο (σίτιση – στέγαση – ένδυση – μεταφορές) μισθό.

Ο διαχωρισμός της εκπαίδευσης από την παραγωγή και η ίδρυση του εκπαιδευτικού συστήματος συνδέεται βεβαίως με μια σειρά αλλαγών στον τρόπο παραγωγής, με μια σειρά αλλαγών στις παραγωγικές σχέσεις και στις παραγωγικές δυνάμεις. Ωστόσο ο διαχωρισμός αυτός συνοδεύτηκε και από μια ανανέωση της κυρίαρχης ιδεολογίας περί της εκπαίδευσης και του εκπαιδευόμενου.  Στο καινούργιο αυτό σύστημα ο σύγχρονος εκπαιδευόμενος ΔΕΝ θεωρείται ο αυριανός εργάτης, είναι κάτι άλλο, είναι ένας νέος που μορφώνεται για να είναι χρήσιμος για τον εαυτό του και την κοινωνία. Η δημόσια εκπαίδευση εδώ καυχιέται ότι είναι ενιαία και δωρεάν επειδή απλώς ο εκπαιδευόμενος δεν πληρώνει ιδίοις εξόδοις τους δασκάλους και τα βιβλία του, λες και δεν είναι οι δικοί του φόροι που πληρώνουν δασκάλους, βιβλία, που χτίζουν δημόσια κτήρια. Επίσης στο καινούργιο σύστημα, η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης του εκπαιδευόμενου με κανένα τρόπο δεν καλύπτεται από κάποιο αφεντικό ούτε από το κράτος. Η δωρεάν παιδεία δεν ξοδεύει τίποτα για την αναπαραγωγή των εκπαιδευόμενων!!! Δεν υπάρχει ούτε άμεσος ούτε έμμεσος μισθός.

Το ιδεολόγημα της δωρεάν παιδείας είναι (ήταν καλύτερα καθώς πια οι φοιτητές καλούνται όλο και περισσότερο να πληρώνουν για τις σπουδές τους ακόμη και στα δημόσια ιδρύματα) πράγματι μία τεράστια επιτυχία της ιδεολογίας του εκπαιδευτικού συστήματος. Ενώ στην περίπτωση του παλιού εκπαιδευόμενου, το αφεντικό υποχρεούταν να φροντίζει για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης του εκπαιδευόμενου, στην περίπτωση του μαθητή και κυρίως του φοιτητή, ο εκπαιδευόμενος εργάζεται χωρίς μισθό, πληρώνει απ' την τσέπη του για την αναπαραγωγή της εργατικής του δύναμης και αισθάνεται και υποχρεωμένος απέναντι στο κράτος (που έχει πάρει τη θέση του αφεντικού) που του παρέχει δωρεάν (;;;) παιδεία.
Σε αυτό εδώ λοιπόν το σημείο, στο σημείο της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης του φοιτητή, έχουν σημειωθεί τριβές που αντικειμενικά υφίστανται ως ταξικοί αγώνες. Πρόκειται για τους αγώνες για έμμεσο μισθό, για χορηγούμενη με έξοδα και φροντίδα του κράτους σίτιση, στέγαση και μεταφορά. Δεν είναι πρόθεσή μας εδώ να μιλήσουμε για την κατάσταση – κατάντια των εστιών σίτισης και στέγασης των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι ότι από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε την εργατική διάσταση του φοιτητή και του σπουδαστή, τότε η σίτιση, η στέγαση και τα μειωμένα ή δωρεάν εισιτήρια για μεταφορά, αφορούν την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης του φοιτητή και είναι ένας ελάχιστος έμμεσος μισθός για την παρεχόμενη εργασία του. Οι αγώνες λοιπόν για καθιέρωση και ποσοτική και ποιοτική διεύρυνση της δωρεάν σίτισης – στέγασης – μεταφοράς, είναι αντικειμενικά ταξικοί αγώνες!

Ωστόσο όταν φοιτητικές συλλογικότητες ασχολούνται με τα παραπάνω ζητήματα, ακριβώς επειδή διακρίνονται από αντεργατικό φανατισμό, είτε τους διαφεύγει απολύτως η ταξικότητα του ζητήματος, είτε την ανακαλύπτουν με ένα απολύτως στρεβλό τρόπο. Συνήθως το αίτημα περί δωρεάν σίτισης – στέγασης – μεταφοράς βασίζεται σε μια ερμηνεία της κυρίαρχης ιδεολογίας που εν τέλει επιβεβαιώνει την ιδεολογία αυτή. Ο αγώνας εδώ γίνεται απολύτως συντεχνιακός. Προσπαθεί να αποδείξει ότι οι φοιτητές σαν διανοούμενοι, σαν αυριανοί επιστήμονες που λόγω των γνώσεών τους θα έχουν να προσφέρουν πολλά στην κοινωνία, εν τέλει σαν μη εργάτες, αξίζουν μίας ιδιαίτερης αντιμετώπισης σε σχέση με το υπόλοιπο πόπολο νεαρής ηλικίας. Ο φοιτητής δικαιούται δωρεάν φαΐ – στέγη και πάσο γιατί είναι κάτι πολύ σπουδαίο και πρέπει να τον καλοπιάνουμε. Φυσικά μια τέτοια θέση είναι σιχαμένη. Είναι βεβαίως και απολύτως ευάλωτη. Λίγοι συμπαθούν τους γεμάτους έπαρση για την σπουδαιότητά τους φοιτητές, κυρίως ο μπαμπάς τους και η μαμά τους. Και ακόμη λιγότεροι θα ήταν πρόθυμοι να συμμαχήσουν μαζί τους ώστε να τους εξασφαλιστούν κάποια φοιτητικά προνόμια (και όχι ένας ελάχιστος έμμεσος μισθός).
Ολίγη ταξικότητα επί του θέματος αναγνωρίζει μέρος της αριστεράς αλλά την ανακαλύπτει με ένα τέτοιο τρόπο που συσκοτίζει ακόμη περαιτέρω την πραγματική φύση της σχέσης. Στην περίπτωση αυτή αναζητάται η λαϊκή οικογένεια, ο γόνος της οποίας στην περίπτωση που είναι φοιτητής, δικαιούται δωρεάν σίτιση – στέγαση – μεταφορά. Τι να πρωτοπούμε; Πρώτον, ότι μιλώντας για λαϊκές οικογένειες περιορίζουμε τις υποχρεώσεις του κράτους μόνο απέναντι σε γόνους φτωχών οικογενειών, ενώ γενικώς δεν έχουμε κανένα λόγο να περιορίσουμε τις υποχρεώσεις του κράτους. Δεύτερον, ότι με αυτήν την άποψη το κράτος δεν εμφανίζεται ούτε σαν εργοδότης του εργάτη – φοιτητή (όπως λέμε εμείς εδώ), ούτε σαν πριμοδότης των αυριανών επιστημόνων αλλά μάλλον σαν φιλόπτωχον ταμείο για τα λαϊκά παιδιά. Πρόκειται επί της ουσίας περί επιβεβαίωσης της θεωρίας περί κοινωνικού κράτους. Τρίτον, η σύνδεση του φοιτητή με την οικογένεια είναι η μεγαλύτερη καταδίκη της χειραφέτησής του και της αναγνώρισης της εργατικής του φύσης.
Ποιόν ταξικό αγώνα μπορείς να διεξάγεις, ποιόν αγώνα γενικώς μπορείς να διεξάγεις, αν προσδιορίζεσαι απολύτως από την οικογένεια; Τελικά οι αγώνες για σίτιση – στέγαση – μεταφορές αφορούν αυτούς που ενδιαφέρονται να μειώσουν ή να εξαφανίσουν την κάθε είδους εξάρτησή τους από την οικογένεια. Αλλιώς ο ίδιος αγώνας το πολύ  πολύ να γίνει αγώνας του μπαμπά και της μαμάς προκειμένου να μειωθεί το μηνιαίο κονδύλι για τα έξοδα όχι του εργάτη – φοιτητή αλλά του παιδιού φοιτητή.


ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ /
ΜΕΙΩΣΗ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ /
ΑΠΕΡΓΙΕΣ ΚΑΙ ΣΑΜΠΟΤΑΖ

Κάπου λέει στις αρχές της δεκαετίας του 1990, σε μια σχολή του κέντρου, ξέσπασαν ταραχές μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων της εξεταστικής. Σε ένα από τα θεωρούμενα ως δύσκολα μαθήματα της σχολής, το 70% των εξεταζομένων είχε κοπεί. Οι καθηγητές δεν είχαν να δώσουν καμιά ιδιαίτερη εξήγηση. Περιορίστηκαν στο ότι η σχολή έχει υψηλές απαιτήσεις και ότι οι φοιτητές που κόπηκαν, απλώς δεν διέθεταν το ανάλογο επίπεδο. Άμεσα και πιθανότατα με πρωτοβουλία των τότε ακροαριστερών συλλογικοτήτων ξεκίνησε μία σειρά κινητοποιήσεων που κορυφώθηκαν με συγκεντρώσεις και αποκλεισμό κεντρικού δρόμου της Αθήνας. Οι καθηγητές που αρχικά δεν δέχονταν καμία διαπραγμάτευση επί του θέματος εν τέλει υποχώρησαν. Αποφασίστηκε τελικά να γίνει επανεξέταση των γραπτών και υποχρεωτικά να περάσει το μάθημα τουλάχιστον το 70% των εξεταζομένων.
Η ιστορία αυτή έφτασε στα αυτιά μας δεκαπέντε σχεδόν χρόνια μετά. Δεν ξέρουμε λεπτομέρειες. Αλλά όταν τη μάθαμε την κατανοήσαμε ως εξής: όταν το κίνημα έχει δύναμη, μπορεί να συντομεύσει το δρόμο σου προς το πτυχίο. Και αν η ΔΑΠ μπορεί να συντομεύσει το δρόμο σου προς την καριέρα δίνοντάς σου σημειώσεις και κάνοντάς σου τα κατάλληλα κονέ, οι αριστερές παρατάξεις μπορούν να σε βοηθήσουν προς την ίδια κατεύθυνση κλείνοντας κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. Είπαμε και πριν ότι δεν ξέρουμε λεπτομέρειες γι' αυτήν την ιστορία. Μπορεί πράγματι στα μυαλά όσων μετείχαν σε εκείνο το επεισόδιο, να ήταν απλώς η συντόμευση της απόστασης για το πτυχίο και τίποτα παραπάνω. Κατόπιν όμως της ανάλυσης που εδώ επιχειρούμε, λέμε ότι ένα τέτοιο επεισόδιο, όπως πολλά παρόμοια είναι επεισόδιο ταξικού ανταγωνισμού.
Γράφαμε στο κείμενο του προηγούμενου τεύχους ότι η άποψη περί «κοινωνικού εργοστασίου», σε αντίθεση με αναρχικές ή φρανκφουρτιανές αντιλήψεις, αντιμετωπίζει υποκείμενα όπως οι νοικοκυρές, οι φοιτητές, οι άνεργοι, βάζοντας στο κέντρο την εργασία και το νόμο της αξίας. Καταλήγαμε ότι οι φοιτητές «είναι εργάτες του «κοινωνικού εργοστασίου». Εργάζονται για να παράγουν εργατική δύναμη κατάλληλη για τις ανάγκες των αφεντικών. Εργάζονται για να παράγουν τον εαυτό τους ως εργάτη».
Παράγεται λοιπόν ο κοινωνικοποιημένος, πειθαρχημένος, γνωστικά επαρκής και ειδικευμένος κατά τις εκάστοτε απαιτήσεις του κεφαλαίου εργάτης. Και παράγεται χωρίς κανένα έμμεσο και επί της ουσίας χωρίς κανένα άμεσο μισθό… Όλη η αξία είναι υπεραξία στα χέρια του κράτους και του κεφαλαίου!!! Κατά τα άλλα ο εργοδότης του εργάτη – φοιτητή φροντίζει προκειμένου να αυξήσει την υπεραξία του, φροντίζει να ανεβάζει την ένταση και την έκταση της εργασίας του φοιτητή (υποχρεωτικές ή απαιτούμενες ώρες παρακολούθησης, ώρες μελέτης, εξεταστικές), αυξάνοντας την απόλυτη υπεραξία, ενώ εμπλουτίζει – πολλαπλασιάζει το παραγόμενο προϊόν με την εισαγωγή νέων μεθόδων και μηχανών (π.χ. ηλεκτρονικούς υπολογιστές) αυξάνοντας επίσης και την σχετική υπεραξία. Δίπλα λοιπόν στον ταξικό αγώνα για καθιέρωση – αύξηση του άμεσου ή του έμμεσου μισθού βρίσκεται και ο ταξικός αγώνας για μείωση της απόλυτης και της σχετικής υπεραξίας, για λιγότερη ένταση και έκταση στην φοιτητική εργασία και για πάγωμα νέων μεθόδων στον τρόπο διδασκαλίας και εξέτασης.

Να πέσει η νόρμα εργασίας!!! Να λοιπόν ένα ταξικό αίτημα, που με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο έχει εμφανιστεί στην τριτοβάθμια, οργανωμένα ή ανοργάνωτα. Η απαίτηση για μείωση ή και απλοποίηση της εξεταστέας ύλης, το αίτημα για μείωση των υποχρεωτικών μαθημάτων, οι προσπάθειες για να γίνουν λιγότερο απαιτητικές οι εξετάσεις και να αυξηθεί το ποσοστό των επιτυχόντων, είναι αντικειμενικά ταξικοί αγώνες. Ο εργάτης – φοιτητής με τον ίδιο μισθό (που στην περίπτωσή μας είναι από ελάχιστος έως μηδαμινός) αγωνίζεται για να μειωθούν οι ώρες και η ένταση εργασίας του, για να πέσει η νόρμα. Στον ίδιο λογαριασμό μπαίνει και η εχθρότητα σε κάποιους από τους επιστάτες του εργοστασίου, στα κοπρόσκυλα τους καθηγητές.

Αρχίσαμε με ένα παράδειγμα του παρελθόντος, την κινητοποίηση για να αυξηθεί ο αριθμός των επιτυχόντων σε κάποιο μάθημα που εξεταζόταν. Και αφήνουμε για το τέλος ένα παράδειγμα του παρόντος. Τις συλλογικές αντιγραφές κατά τη διάρκεια των εξεταστικών. Θα πρέπει να πούμε ότι δεν τρέφουμε καμία ιδιαίτερη συμπάθεια προς την ατομική αντιγραφή (την αντιγραφή για την πάρτη μου), όπως βεβαίως δεν τρέφουμε και καμία ιδιαίτερη εχθρότητα. Η ατομική αντιγραφή είναι συνήθως μία εκδοχή του μικροαστικού άγχους για γρήγορο και όσο το δυνατό άκοπο πτυχίο συνδυασμένη με την τόσο της μόδας αίσθηση «εγώ είμαι ο μάγκας και όλοι οι άλλοι είναι μαλάκες». Αλλά οι συλλογικές αντιγραφές έχουν άλλη ποιότητα και εκ των πραγμάτων άλλα προτάγματα. Στη συλλογική αντιγραφή τα ρίσκα μοιράζονται και ο εχθρός δεν είναι πρώτα οι άλλοι φοιτητές, οι «μαλάκες», αλλά οι καθηγητές, οι παράλογες απαιτήσεις τους, οι φλύαρες ηλιθιότητες της εξεταστέας ύλης κλπ. Εν τέλει οι συλλογικές αντιγραφές είναι συνδυασμένη εργατική λούφα και εργατικό σαμποταζ. Ο εργάτης – φοιτητής πετυχαίνει να μειώσει τις εργατώρες του,  χωρίς ο επιστάτης του να το πάρει χαμπάρι,  ενώ διαλύει και το σχετικό σύστημα επιτήρησης των εξετάσεων.
Και αν σας έρχεται στο μυαλό το προφανές, ότι δηλαδή έτσι και αλλιώς οι φοιτητές δεν ασχολούνται με τέτοια ζητήματα και ότι σε κάθε περίπτωση όταν ασχολούνται με ζητήματα όπως το πάσο, η σίτιση, η στέγαση, η αντιγραφή, πιθανότατα έχουν στο μυαλό τους διάφορα σιχαμένα πράγματα όπως αντεργατικός φανατισμός, διανοουμενίστικη έπαρση και μικροαστικά άγχη για πτυχίο, έχουμε να σας απαντήσουμε το εξής: Ναι, έτσι είναι, αν ο ταξικός ανταγωνισμός έχει πάρει γενικώς την κατηφόρα, στην τριτοβάθμια των σχολών έχει πιάσει πάτο. Αλλά έτσι και αλλιώς η πρόκληση της παραπάνω ανάλυσης δεν ήταν να δείξει ότι βρισκόμαστε σε προεπαναστατική περίοδο στα πανεπιστήμια. Η πρόκληση ήταν να δείξουμε ότι οι φοιτητές και οι σπουδαστές είναι μέρος του προλεταριάτου και ότι οι αγώνες τους μπορεί να είναι αγώνες της εργατικής τάξης.

Κατά τα άλλα, κάποιοι είναι βέβαιοι ότι βιώνουν την κόκκινη επανάσταση, συγχέοντας κατάρες για τα Κολέγια, τα ΚΕΣ, και τους σπουδαστές τους.  
Μέχρις εδώ λοιπόν γι' αυτό το κείμενο. Σας χρωστάμε ακόμη δύο ακόμη εκδοχές του ταξικού ανταγωνισμού στην τριτοβάθμια.

Στην πραγματικότητα δύο εκδοχές κι ένα γενικό σχόλιο. Στο επόμενο τεύχος λοιπόν…

Outsider τεύχος 5

Πρωτοβουλία Φυσικομαθηματικού