Με τον όρο εργάτης – φοιτητής, δεν αναφερόμαστε στο φαινόμενο του φοιτητή, που για να επιβιώσει ή για να βγάλει το χαρτζιλίκι του εργάζεται εκτός της σχολής του με οποιοδήποτε τρόπο, (μολονότι το φαινόμενο αυτό και σημαντικό είναι και αποκτά όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις). Επίσης δεν αναφερόμαστε στον μεταπτυχιακό ή διδακτορικό φοιτητή, ο οποίος με τις έρευνες και εργασίες στις οποίες συμμετέχει, καταβάλλει τεράστιο όγκο υψηλά ειδικευμένης πλην όμως άμισθης εργασίας, την οποία οικειοποιείται το πανεπιστήμιο γενικώς αλλά και ειδικότερα διάφορα καθάρματα καθηγητές, οι οποίοι και με αυτόν τον τρόπο πλουτίζουν (και δεν εννοούμε σε γνώση).
Με τον όρο εργάτης – φοιτητής, εννοούμε τη διάσταση του φοιτητή ως εργάτη, η οποία προκύπτει ευθέως από την φοίτησή του σε κάποιο ίδρυμα της τριτοβάθμιας.
Θα ξεκινήσουμε ωστόσο να προσεγγίζουμε το θέμα θέτοντας τρία ερωτήματα.
Α. Τελικά το πανεπιστήμιο και ο φοιτητής είναι μέρος του εποικοδομήματος, αυτού που κατά την ανάλυση των περισσοτέρων μαρξιστών, διακρίνεται από την οικονομική βάση;
Να σημειώσουμε ότι η τοποθέτηση των φοιτητών έξω από την οικονομική βάση, κάπου στο με ακαθόριστα χαρακτηριστικά εποικοδόμημα, είχε ως συνέπεια οι φοιτητές να αντιμετωπίζονται στην καλύτερη ως «φίλοι» της εργατικής τάξης, ως ένα κοινωνικό κομμάτι εκτός τάξης, που λόγω κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους (νεότητα, διανόηση κτλ) μπορεί να κατανοεί και να συμβάλλει απ' έξω στην υπόθεση των εργατών.
Β. Τελικά οι φοιτητές είναι τα γνωστά φλωράκια που με την επιδότηση του κράτους και της οικογένειας διδάσκονται ηλιθιότητες αλλά κομπάζουν ως διανοούμενοι και σνομπάρουν τους εργάτες;
Είναι οι φοιτητές οι τύποι που ονειρεύονται και μεθοδεύουν να γίνουν αφεντικά αλλά που κατά την γεμάτη «ελεύθερο» χρόνο φοιτητική τους ζωή, το ρίχνουν στην κουλτούρα και την επανάσταση;
Είναι όπως έγραφαν στη διάσημη μπροσούρα τους οι καταστασιακοί «το πιο περιφρονημένο πλάσμα ., μετά τον μπάτσο και τον παπά».
Και εντέλει,
Γ. Υπάρχει ταξικός αγώνας (όχι απλώς κοινωνικές αρνήσεις) μέσα στα πανεπιστήμια; Υπήρξαν ποτέ οι φοιτητές μέρος της εργατικής τάξης και μπορεί κανείς να τους φανταστεί σαν μέρος της ανασύνθεσης της τάξης αυτής;
Ας αρχίσουμε λοιπόν από την παραδοσιακή μαρξιστική προσέγγιση περί εποικοδομήματος που τοποθετεί τον φοιτητή έξω από την εργατική τάξη και τον ονομάζει, βασιζόμενη σε κάμποσες ιδιοτροπίες του, ως απ' έξω φίλο της τάξης αυτής. Πράγματι, η αντίληψη της αριστεράς (όχι μόνο της ελληνικής) για τον εργάτη, ήταν αυτή που τον φανταζόταν ως το μέλος της εργατικής οικογένειας που πηγαίνει και δουλεύει στο εργοστάσιο και στο τέλος του μήνα πληρώνεται με ΜΙΣΘΟ. Εργάτης λοιπόν για την αριστερά ήταν ο βιομηχανικός εργάτης, ή τουλάχιστον ο εργάτης που πληρωνόταν με μισθό. Η λανθασμένη αυτή αντίληψη για την σύνθεση της εργατικής τάξης, έσπασε πρώτα από την κριτική μέρους του γυναικείου κινήματος.
Γυναίκες αγωνίστριες, με καίρια συμβολή στη συγκρότηση της δέσμης απόψεων – δράσεων που ονομάστηκε εργατική αυτονομία, έπρεπε να αντιπαρατεθούν με την παραπάνω αριστερή άποψη για τη σύνθεση του προλεταριάτου και να δείξουν ότι οι γυναίκες νοικοκυρές, παρ' ότι δεν πήγαιναν στο εργοστάσιο και παρ' ότι με κανένα τρόπο δεν έπαιρναν μισθό, ωστόσο ήταν εργάτριες, ήταν μέρος της τάξης και ίσχυε επί της εργασίας τους ο νόμος της αξίας. Το εγχείρημα ήταν δύσκολο, πολύ περισσότερο καθώς επιχειρούνταν μέσα σε ένα περιβάλλον που έβριθε από τις αγκυλώσεις της παραδοσιακής αριστεράς. Ωστόσο οι γυναίκες αυτές κατάφεραν να αναδείξουν την κρισιμότητα της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και την εργασία που ήταν αναγκαία ώστε ο εργάτης, γυρίζοντας από την δουλειά στο σπίτι του, να μπορεί να αναπαράγει την εργατική του δύναμη, ώστε να είναι σε θέση την επόμενη ημέρα να ξαναπάει στη δουλειά για να εργαστεί. Το μαγείρεμα, το πλύσιμο, η καθαριότητα και ακόμη πιο πέρα η τρυφερότητα, η κατανόηση, ο έρωτας, είναι εργασία από την οποία παραγόταν το προϊόν εργατική δύναμη, το εμπόρευμα που πούλαγε ο εργάτης στο εργοστάσιο. Απλώς η εργασία αυτή έμενε άμισθη και μη αναγνωρισμένη, ώστε το αφεντικό να αγοράζει το προϊόν της φθηνότερα.
Χάρη σ' αυτό το κριτικό στα μέχρι τότε δεδομένα εγχείρημα των γυναικών, έγινε αντιληπτή η σύνθεση της εργατικής τάξης πέρα από τα όρια που της έθεταν οι παραδοσιακές προσεγγίσεις. Ανανεώθηκε επίσης σε μία κρίσιμη καμπή της η ίδια η μαρξιστική θεωρία. Επίσης οι γυναίκες αυτές εισήγαγαν ένα θεμελιακό εργαλείο για την εργατική αυτονομία, την έννοια του κοινωνικού εργοστασίου. Στο πλαίσιο του κοινωνικού εργοστασίου, η κοινωνία νοείται σαν ένα διευρυμένο εργοστάσιο σαν μια καπιταλιστικά οργανωμένη παραγωγική δομή. Το καπιταλιστικό σχέδιο αποκαλύπτεται σε όλη τη συνθετότητά του. Αλλά, και αυτό είναι το σημαντικότερο, αποκαλύπτεται σε όλη τη συνθετότητά της και η εργατική τάξη, με τους άμισθους εκτός εργοστασίου εργάτες (όπως οι γυναίκες νοικοκυρές) να εντάσσονται στην καρδιά της εργατικής τάξης. Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι η άποψη περί «κοινωνικού εργοστασίου», σε αντίθεση με αναρχικές ή φρανκφουρτιανές αντιλήψεις, αντιμετώπισε υποκείμενα όπως οι νοικοκυρές, οι φοιτητές, οι άνεργοι βάζοντας στο κέντρο την εργασία και τον νόμο της αξίας.
Η αντίληψη πάντως σύμφωνα με την οποία, ό,τι δε συμβαίνει μέσα στο εργοστάσιο δεν μπορεί να θεωρηθεί εργασία, είχε ήδη τσακίσει. Θα πρέπει τώρα να δοκιμάσουμε να εντοπίσουμε τα σημεία από τα οποία προκύπτει ότι οι φοιτητές και οι σπουδαστές εργάζονται στο κοινωνικό εργοστάσιο, ότι οι φοιτητές και οι σπουδαστές δεν είναι απ' έξω φίλοι της εργατικής τάξης αλλά κομμάτι της.
Πώς μας προέκυψε το εκπαιδευτικό σύστημα και κατά συνέπεια οι μαθητές, οι σπουδαστές και οι φοιτητές; Δεν μπορούμε εδώ, στο περιθώριο αυτού του κειμένου, να απαντήσουμε με πληρότητα ένα τέτοιο ερώτημα. Ωστόσο θα πρέπει να πούμε ότι οι αλλαγές στην παραγωγή του πλούτου (στο εργοστάσιο και στο κοινωνικό εργοστάσιο) απαίτησαν μία διακριτή από την παραγωγή (εργοστάσιο) σφαίρα, στην οποία θα παρέχονταν η αναγκαία γνώση. Συγκεκριμένα οι μηχανές και οι μέθοδοι του Taylor και του Ford έκλεψαν την τέχνη – γνώση του μάστορα και εισήγαγαν στα εργοστάσιά ένα νέο είδος εργάτη με άλλες απαιτήσεις σε κατάρτιση και πειθαρχία. Γεννήθηκε έτσι το εκπαιδευτικό σύστημα, σαν μία από τα πάνω (από το κράτος) οργάνωση της εκπαίδευσης των εργατών, σύμφωνα με τις σύγχρονες απαιτήσεις του κεφαλαίου. Ίδιον αυτού του συστήματος ήταν η σε τρεις βαθμίδες ιεράρχησή του, ιεράρχηση μάλιστα που αντιστοιχούσε στην ιεραρχία της παραγωγής με την τριτοβάθμια να αντιστοιχεί στην καλύτερα αμειβόμενη ειδικευμένη εργασία ή και στην εκπαίδευση των αυριανών αφεντικών. Για πολλούς και ποικίλους λόγους, κυρίως όμως λόγω των εξελίξεων στην παραγωγή, συνέβη η τριτοβάθμια να μαζικοποιηθεί, παρέχοντας γνώσεις μέσης ειδίκευσης. Το προτσές αυτό εξηγείται με βάση την αντίφαση από τη μία των αναγκών των επιμέρους καπιταλιστών για ειδικευμένη εργασία ανάλογα με την ιδιαίτερη – ειδική φύση της επιχείρησής τους και την ανάγκη του κεφαλαίου γενικά για κινητικότητα της εργασίας. Όπως γράφει κάποιος «Η εργατική δύναμη δεν μπορεί λοιπόν να έχει μόνο μία συγκεκριμένη επιμέρους ειδίκευση, να είναι δεμένη με την παραγωγή μίας αξίας χρήσης, να είναι εκμεταλλεύσιμη από έναν μόνο κεφαλαιοκράτη. Πρέπει να διαμορφωθεί σε γενικά εκμεταλλεύσιμη εργατική δύναμη, εργατική δύναμη που να μπορεί κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να παράγει υπεραξία. Πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται τόσο στις αλλαγές των συνθηκών ύπαρξης του συγκεκριμένου κεφαλαίου, με την αύξηση της παραγωγικότητας, τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών μεθόδων κτλ, όσο και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικές παραγωγικές διαδικασίες.»
Προσέξτε τη φρασεολογία του παραπάνω κειμένου «Πρέπει να διαμορφωθεί σε γενικά εκμεταλλεύσιμη εργατική δύναμη…», «Πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται…». Πράγματι ο νέος, πρέπει να πάει στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο – τει κτλ, γιατί πρέπει να μετατραπεί σε κάτι, πρέπει να μετατραπεί σε χρήσιμο εργάτη. Και αυτό το "πρέπει" στα σίγουρα προέρχεται κατευθείαν από τις ανάγκες των αφεντικών.
Και αν η κυρίαρχη ιδεολογία, απαντάει ότι το σχολείο έχει πρωτίστως ηθικοπλαστικό χαρακτήρα (ηθικοπλαστικό χαρακτήρα για την κατασκευή ενός πειθαρχημένου εργάτη λέμε εμείς), για τους σπουδαστές και τους φοιτητές τα πράγματα είναι πιο σαφή. Οι νέοι αυτοί άνθρωποι, εκπαιδεύονται προκειμένου να είναι σε θέση σ' ένα κοντινό μέλλον να παράγουν περισσότερο ή να παράγουν εργαζόμενοι με την ιδιαίτερη ειδίκευση που απαιτεί το κεφάλαιο. Θυμηθείτε: Όπως η γυναικεία εργασία αποκαλύφθηκε ως εργασία που καταβάλλεται προκειμένου να ανασυσταθεί η εργατική δύναμη του εργάτη, προκειμένου δηλαδή να παραχθεί – αναπαραχθεί το προϊόν εργατική δύναμη, έτσι και η εργασία του μαθητή, του σπουδαστή, του φοιτητή, είναι η εργασία που καταβάλλεται από τους ίδιους προκειμένου να παραχθεί ο κοινωνικοποιημένος, πειθαρχημένος, γνωστικά επαρκής και ειδικευμένος κατά τις απαιτήσεις του κεφαλαίου εργάτης. Ο όγκος μάλιστα της εργασίας που καταβάλλεται από τον εργάτη μαθητή – σπουδαστή – φοιτητή είναι πραγματικά τεράστιος. Εκατοντάδες πρωϊνά ξυπνήματα, χιλιάδες εργατoώρες παρακολούθησης και μελέτης και πολλές, μα πάρα πολλές εξετάσεις, με την ψυχική φθορά να περισσεύει. Μέσα από αυτήν την πολυετή εργασία, χτίζεται ιδεολογικά, πειθαρχικά και γνωσιολογικά ο χρήσιμος ανά ιστορική περίσταση και ανά περίπτωση εργάτης. Ή για να το πούμε αλλιώς, χωρίς αυτή τη μαθητική, σπουδαστική και φοιτητική εργασία που λαμβάνει χώρα κατά τις υπαγορεύσεις του κράτους, το κεφάλαιο θα αδυνατούσε να βρει κατάλληλους εργάτες.
Ωστόσο και σε σχέση με τις παρατηρήσεις που κάναμε παραπάνω για το «κοινωνικό εργοστάσιο», αναφερόμαστε σε εργασία που δεν λαμβάνει χώρα μέσα στο εργοστάσιο ή στο πάγκο του τριτογενούς (μολονότι το φορντικό σχολείο είναι πανομοιότυπο με το φορντικό εργοστάσιο διαθέτοντας κάγκελα, επιτηρητές, ωράρια, κουδούνια, πειθαρχικές ποινές, δουλειά…). Επιπλέον πρόκειται για μία εργασία άμισθη…
Οι μαθητές, οι σπουδαστές και οι φοιτητές λοιπόν είναι εργάτες. Εργάτες του κοινωνικού εργοστασίου. Εργάζονται για να παράγουν εργατική δύναμη κατάλληλη για τις ανάγκες των αφεντικών. Εργάζονται για να παράγουν τον εαυτό τους ως εργάτη.
Αλλά για σταθείτε! Οι φοιτητές δεν είναι παράλληλα και αυτό;
«Μπορούμε να υποστηρίξουμε, με ελάχιστες πιθανότητες σφάλματος, ότι ο φοιτητής είναι το πιο περιφρονημένο πλάσμα στη Γαλλία, μετά τον αστυνομικό και τον παπά (…)».
«Η αθλιότητα του φοιτητή παραμένει σε κατώτερο επίπεδο από την αθλιότητα της κοινωνίας του θεάματος, από τη νέα αθλιότητα του νέου προλεταριάτου. (…) Ο φοιτητής διατηρείται σε όλα τα επίπεδα σε μία ανεύθυνη και πειθήνια «παρατεταμένη εφηβεία». Αν και η αργοπορημένη νεανική του κρίση τον στρέφει, σε κάποιο βαθμό, ενάντια στην οικογένειά του, εύκολα δέχεται να τον αντιμετωπίζουν σαν παιδί μέσα στους ποικίλους θεσμούς που διέπουν την καθημερινή του ζωή. (…)»
«Όπως και η νέα του οικογένεια, το πανεπιστήμιο, έτσι και αυτός (ο φοιτητής) θεωρεί πως είναι το πιο «αυτόνομο» κοινωνικό ον, ενώ εξαρτάται άμεσα και αλληλένδετα από τα δύο ισχυρότερα συστήματα της κοινωνικής εξουσίας: της οικογένεια και το κράτος.»
«Ό,τι συμβαίνει σήμερα μέσα στα αμφιθέατρα των σχολών και των πανεπιστημίων, θα καταδικαστεί ως κοινωνικά βλαβερός θόρυβος στη μελλοντική επαναστατική κοινωνία. Ήδη ο φοιτητής προκαλεί το γέλωτα. (…)»
«Ωστόσο η πραγματική αθλιότητα της φοιτητικής καθημερινής ζωής βρίσκει το άμεσο φαντασιακό της αντιστάθμισμα στο κύριο όπιό της: το εμπόρευμα της κουλτούρας. (…)».
Η παραπάνω κριτική προσέγγιση του φοιτητή έγινε πριν 44 χρόνια, αλλά δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να αρνηθεί την επικαιρότητά της. Μειοψηφικά ριζοσπαστικά εγχειρήματα, κατά καιρούς ακόμη και στα μέρη μας, επιχείρησαν μία κριτική – επιθετική προσέγγιση στο ρόλο του φοιτητή. Εξάλλου σε αυτήν την παράδοση της κριτικής – επιθετικής προσέγγισης στο ρόλο του φοιτητή ανήκει και το outsider. Τελικά όμως τι είναι ο φοιτητής; Είναι άμισθος προλετάριος ή φλωράκι τιγκαρισμένο στην αθλιότητα; Είναι θα λέγαμε (μετριάζοντας πρώτα την οξύτητα των χαρακτηρισμών) και τα δύο.
Εξηγήσαμε παραπάνω γιατί ο φοιτητής είναι άμισθος προλετάριος. Λόγω ακριβώς αυτής του της ιδιότητας, τα αφεντικά θα έπρεπε να τον ποτίσουν με μία ιδεολογία που να αποκρύπτει την πραγματική του φύση. Θα έπρεπε να πείσουν τους μαθητές, τους σπουδαστές, τους φοιτητές και γενικά να καθιερώσουν σαν κοινώς αποδεκτό ότι το να σπουδάζεις σε οποιαδήποτε βαθμίδα της εκπαίδευσης δεν είναι εργασία αλλά ότι είναι ο,τιδήποτε άλλο. Για παράδειγμα, ευεργεσία του κράτους προς τους υπηκόους του, ή προσπάθεια αυτοβελτίωσης και ανάπτυξης δεξιοτήτων προς ίδιον αποκλειστικά όφελος, ή απαραίτητη προϋπόθεση κοινωνικού status, ή πνευματική καλλιέργεια που δημιουργεί έναν ανώτερο άνθρωπο από τον χειρώνακτα, ή … Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, καθώς ειδικά η τριτοβάθμια φάνηκε να λειτουργεί σαν ασανσέρ ταξικής ανόδου (ενώ στην πραγματικότητα κατά βάση ήταν τρόπος ένταξης στον μικροαστισμό), η φοίτηση στη τριτοβάθμια φάνηκε να σημαίνει στο άμεσο μέλλον, λεφτάκια και μία καλή, μη εργατική (που τότε γινόταν κατανοητό ως μη χειρωνακτική) δουλειά.
Όπως λοιπόν η γυναικεία οικιακή εργασία αποκρύφθηκε και ονομάστηκε τρυφερότητα, αγάπη, μητρικό φίλτρο κτλ έτσι και η μαθητική και φοιτητική εργασία αποκρύφθηκε και ονομάστηκε διαφορετικά. Ειδικά για τους φοιτητές, οι οποίοι μέλλει (;) να γίνουν οι αυριανοί ειδικευμένοι και προνομιούχοι μεν αλλά σε κάθε περίπτωση εργάτες, τα αφεντικά επεφύλασσαν την πιο πλούσια ιδεολογία τους. Καθιέρωσαν την αντίληψη (με κεντρικό κόμβο αναπαραγωγής της αντίληψης αυτής την οικογένεια), ότι ο φοιτητής είναι το ανάποδο του εργάτη, είναι ο καλλιεργημένος νέος που θα γίνει ο αυριανός επιστήμονας, ο οποίος καμία σχέση δεν θα έχει με τους εργατικούς μισθούς και τις εργατικές, βρώμικες, χειρωνακτικές εργασίες. Το κάτεργο βεβαίως του τριτογενή, περίμενε στη γωνία…
Οι φοιτητές λοιπόν, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ανήκουν πράγματι στην εργατική τάξη αντικειμενικά. Ωστόσο οι ίδιοι, ως φορείς της κυρίαρχης ιδεολογίας, θα ορκίζονταν (και θα προσεύχονταν για) το αντίθετο. Ο αντιεργατικός μάλιστα φανατισμός τους (ακόμα και ανάμεσα στους δήθεν προοδευτικούς φοιτητές), η αποστροφή με ό,τι έχει σχέση με την εργατική τάξη, τους καταντά συχνά σε προδότες της τάξης τους. Γι' αυτό εξάλλου και επιμένουμε ότι κάθε επεισόδιο ταξικού ανταγωνισμού στην τριτοβάθμια και ειδικά στα ΑΕΙ, θα πρέπει να περιλαμβάνει και την κριτική επιθετική προσέγγιση στο ρόλο του φοιτητή, για την οποία κάνουμε λόγο παραπάνω.
Στο μέχρι τώρα κείμενο ηθελημένα δεν έχουμε εισαγάγει την παράμετρο της Κρίσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Θα το κάνουμε στο επόμενο τεύχος, εκεί που θα πραγματευτούμε το τελευταίο από τα τρία ερωτήματα που θέσαμε στην αρχή. Αν μπορεί να υπάρξει ταξικός αγώνας (όχι απλώς κοινωνικές αρνήσεις) μέσα στα πανεπιστήμια, αν υπάρχουν ταξικά αιτήματα των φοιτητών ως εργατών, αν μπορεί κανείς να φανταστεί τους φοιτητές σαν μέρος της ανασύνθεσης της τάξης αυτής.
Να μία εύγλωττη και πρωτοφανής στην εποχή της περιγραφή της γυναικείας (εκτός εργοστασίου και άμισθης) εργασίας:
«Η εργατική δύναμη είναι ένα παράξενο εμπόρευμα, γιατί δεν είναι πράμα. Η ικανότητα για εργασία ενυπάρχει μόνο στον άνθρωπο ο οποίος καταναλώνει τη ζωή του στη διαδικασία της παραγωγής. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να μείνει εννέα μήνες στη μήτρα, πρέπει να τραφεί, να ντυθεί να εκπαιδευτεί. Όταν δουλεύει πρέπει να στρώσει το κρεβάτι του, να σκουπίσει το πάτωμά του, να φτιάξει το κολατσό του, να καλμάρει και όχι να ικανοποιήσει τη σεξουαλικότητά του, να ετοιμάσει το φαγητό που θα τον περιμένει μετά τη δουλειά, ακόμη και αν είναι οκτώ το πρωΐ μετά τη βραδινή βάρδια. Αν περιγράψουμε τη βασική παραγωγή και αναπαραγωγή αυτού του συγκεκριμένου ανθρώπου, περιγράφουμε τη γυναικεία εργασία.». Από το θεμελιακής σημασίας για την εργατική αυτονομία και για την άποψη περί κοινωνικού εργοστασίου βιβλίο «Η δύναμη των γυναικών και η κοινωνική ανατροπή»
Selma James / Mariarossa Dalla Costa, No Womans Land, Ιούνιος 2008.«Τα αφεντικά δηλαδή μηχανοποίησαν την παραγωγή και έσπασαν την τέχνη του μάστορα. Ο εργάτης δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τα μυστικά της τέχνης, αλλά απλώς να χειρίζεται μια μηχανή, η γνώση δηλαδή δεν ήταν πια δική του αλλά της μηχανής και από κάπου αλλού έπρεπε να την διδαχθεί. Εν τέλει η εκπαιδευτική διαδικασία των προλεταρίων έπρεπε να αλλάξει περιεχόμενο σε επίπεδο γνωσιολογικό και κυρίως να διαχωριστεί από την παραγωγική διαδικασία, να γίνει εκπαιδευτικό σύστημα.
Αλλά η δημόσια δωρεάν εκπαίδευση είχε να διεκπεραιώσει και ιδεολογικές λειτουργίες. (.) Κυρίως όμως κοινωνικοποιούσε τους νεαρούς προλετάριους με όρους μαζικούς καθώς μαζικά θα δούλευαν όταν μεγάλωναν στο φορντικό εργοστάσιο. Πλάι στο φορντικό εργοστάσιο που οι εργάτες δουλεύουν μαζί πάνω στην αλυσίδα, χτίζεται το φορντικό σχολείο που τα παιδιά των προλεταρίων κάθονται μαζί στα θρανία για να μάθουν πώς θα γίνουν καλοί (για τα αφεντικά) προλετάριοι όταν μεγαλώσουν.».
Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Νομικής στη μπροσούρα του «Φοιτητικά Συστήματα σε Κρίση – Φοιτητικά Κινήματα σε Αδιέξοδο» (Μάρτιος 2007).
Ο Τζωρτζ Καφετζής γράφει σχετικά (να γκρεμίσουμε τη σκάλα της κοινωνικής ανόδου: τα πανεπιστήμια σε κρίση στο Κρίση, Αναδιάρθρωση και Ταξική Πάλη στα Πανεπιστήμια, εκδόσεις κόκκινο νήμα, σελ. 58):
«Ο μισθός είναι η πιο απατηλή σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη καθώς αποκρύπτει την άμισθη εργασία, με άλλα λόγια εκείνο το μέρος του χρόνου εργασίας που το κεφάλαιο οικειοποιείται χωρίς κάποιο αντίτιμο. Σίγουρα, η αριστερά έχει δώσει έμφαση σε εκείνο το μέρος του χρόνου εργασίας που είναι άμισθο μέσα στο εργοστάσιο αλλά αγνόησε σταθερά την άμισθη εργασία έξω από αυτό. Στην πραγματικότητα σήμερα το κεφάλαιο εξαρτιέται όλο και περισσότερο από την ιδιοποίηση της άμισθης εργασίας έξω από το εργοστάσιο η αριστερά όχι μόνο δεν αμφισβητεί την εξουσία αλλά στην πράξη συνεργάζεται μαζί του.
Στα Πανεπιστήμια το κεφάλαιο ιδιοποιείται δύο μορφές άμισθης εργασίας:
α)την ανάπτυξη νέων «παραγωγικών δυνάμεων» μέσω της επιστημονικής έρευνας και μέσω αυτού που ο Μαρξ αποκαλούσε «αντικειμενοποιημένη δύναμη της γνώσης
β)την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και άρα την αναπαραγωγή της ιεραρχίας μεταξύ διαφόρων τύπων εργατικής δύναμης (κατανομή, διαίρεση, διαστρωμάτωση της εργατικής δύναμης)».
Ένα σύνθημα λέει «Στα διπλανά έδρανα κάθονται τα αυριανά αφεντικά». Το σύνθημα είναι απολύτως ακριβές. Σε κάμποσες από τις σχολές της τριτοβάθμιας σπουδάζουν οι τύποι που αύριο θα αναλάβουν (ή καλύτερα οι τύπου που υπό ομαλές συνθήκες θα αναλάμβαναν) υψηλόβαθμα πόστα στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή που πράγματι θα γίνουν τα αυριανά αφεντικά. Το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να σοκάρει στο βαθμό που το εκπαιδευτικό σύστημα χρόνια τώρα είναι ενιαίο και διαταξικό (παρά τους δεδομένους ταξικούς φραγμούς). Θέλουμε όμως εδώ να επισημάνουμε το εξής: Η άποψη που τοποθετεί το φοιτητικό σώμα κάπου στο εποικοδόμημα και το αντιλαμβάνεται λόγω κάποιων ιδιαιτεροτήτων του (νεότητα, διανόηση κτλ) ως φίλα προσκείμενο στην εργατική τάξη, αντιμετωπίζει το φοιτητικό σώμα ενιαία. Αφού η ταξική προέλευση και ο ταξικός προορισμός δεν παίζουν κανένα ρόλο, τότε απομένει η νεότητα και η διανόηση που (ας πούμε ότι) είναι κοινά σε όλους του φοιτητές. Αντίθετα η άποψη που εκθέτουμε στο κείμενο αυτό, είναι χρήσιμη και στο να διχοτομεί το φοιτητικό σώμα. Υπάρχουν οι φοιτητές που εργάζονται άμισθα για να παραχθεί η κατά τις ανάγκες του κεφαλαίου εργατική δύναμη. Και υπάρχουν οι φοιτητές που καταρτίζονται ώστε να παραχθούν ικανά αφεντικά κατά τις ανάγκες της πάρτης τους ή τουλάχιστον της τάξης τους.
Βέβαια η αντίθεση αυτή είναι αντικειμενική. Υποκειμενικά οι περισσότεροι φοιτητές μοιράζονται το όνειρο του αυριανού αφεντικού.
Outsider τεύχος 4