Φοιτητές και κοινωνικές τάξεις

Το πανεπιστήμιο1, ως ένας από τους πλέον σημαντικούς θεσμούς για τη λειτουργία του καπιταλισμού, έχει την τάση να αναδιαρθρώνεται και να μετασχηματίζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε απαιτήσεις του συστήματος . Κι αυτό γιατί, σε αντίθεση με την αντίληψη ορισμένων συντηρητικών απολιθωμάτων περί πανεπιστημίου- “ναού της γνώσης”, η κύρια λειτουργία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι να προετοιμάζει τους φοιτητές να εισέλθουν στην παραγωγική διαδικασία. Έτσι, όσον αφορά την ελληνική περίπτωση, μέχρι την αρχή της μεταπολίτευσης το πανεπιστήμιο χαρακτηριζόταν από έντονους ταξικούς φραγμούς κι οι φοιτητές του ήταν σε μεγάλο βαθμό μεγαλοαστικής-μεσοαστικής προέλευσης με ανάλογες μελλοντικές προοπτικές. Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 και τη “σοσιαλιστική” στροφή του καθεστώτος, η τριτοβάθμια εκπαίδευση άνοιξε τις πύλες της σ’ έναν μεγάλο αριθμό αποφοίτων λυκείου. Η μαζικοποίηση αυτή βέβαια δεν οφειλόταν σε καμιά φιλεργατική πολιτική της κυβέρνησης, αλλά εξυπηρετούσε τις ανάγκες αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού. Χαρακτηριστικό της τότε αναδιάρθρωσης ήταν η τριτογενοποιήση της παραγωγής (αύξηση της παροχής υπηρεσιών, κυρίως στο δημόσιο τομέα) και η μηχανοποίηση αυτοματοποίηση της βιομηχανίας, κατάσταση η οποία δημιουργούσε την ανάγκη για ειδικευμένους εργαζόμενους. Επίσης, στα πλαίσια της προσπάθειας του κράτους για εξασφάλιση κοινωνικής ειρήνης, ικανοποιήθηκε το όνειρο της ελληνικής οικογένειας, “το παιδί μου να βγει επιστήμονας κι όχι εργάτης”, μια τεράστια ιδεολογική ένεση προς όφελος της κυριαρχίας. Παρ’ όλα αυτά, μη νομίζει κανείς ότι οι ταξικοί φραγμοί καταργήθηκαν, μιας κι η παραπαιδεία καθόριζε σε μεγάλο βαθμό ποιος θα “πετύχει” και ποιος θα “αποτύχει” και τα παιδιά των μεταναστών είχαν απειροελάχιστες ελπίδες να μπουν στο πανεπιστήμιο.

Κάπως έτσι διαμορφώθηκε η κατάσταση που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Βλέπουμε, δηλαδή, την ύπαρξη του διαταξικού πανεπιστημίου, στο οποίο βρίσκονται δίπλα-δίπλα φοιτητές ταξικής καταγωγής. Το πανεπιστήμιο αυτό κοσκινίζει τους φοιτητές του, ώστε να επιλεχθούν ποιοι απ’ αυτούς θα βγουν αφεντικά, ποιοι θα βγουν μεσαία-ανώτερα στελέχη και ποιοι θα βγουν εργάτες. Το τι ακριβώς θα γίνει  ο κάθε φοιτητής εξαρτάται από δύο κυρίως παράγοντες. Αφ’ ενός μεγάλο ρόλο παίζουν οι ταξικές καταβολές. Άλλες προοπτικές έχει ένας που δεν πήγε φροντιστήριο στο λύκειο και δεν έχει οικογενειακή χρηματοδότηση για να σπουδάσει σε μια άλλη πόλη κι άλλες ένας  που μπορεί να αγοράζει έτοιμες εργασίες ή πτυχιακή. Αφ’ ετέρου κανένας δεν είναι δέσμιος αυτής της κατάστασης. Η ταξική συνείδηση, η αξιοπρέπεια και οι επιλογές  καθορίζουν εν πολλοίς τη μελλοντική θέση. Στο χέρι του καθενός είναι (χωρίς να αγνοούμε το ρόλο που παίζει η κοινωνική-ταξική θέση στη διαμόρφωση των επιλογών) το αν θα γίνει τσιράκι των καθηγητών, το αν θα κάνει κατάληψη, κοιτώντας το συλλογικό, ή αν θα κυνηγήσει το καριερίστικο όνειρο του ζητώντας ανοιχτή σχολή, το αν θα διαλέξει μελλοντικά να ταχθεί με τους από-πάνω ή με τους από-κάτω.

Πέρα από τη μελλοντική τους θέση, ένα μεγάλο κομμάτι φοιτητών βιώνει και κατά τη διάρκεια των σπουδών του την ταξική εκμετάλλευση. Το πανεπιστήμιο, που στον καπιταλισμό λειτουργεί και σαν επιχείρηση, χρησιμοποιεί φοιτητές, προπτυχιακούς ή μεταπτυχιακούς, για να διεξάγουν έρευνα. Κι ενώ αυτοί παράγουν απίστευτα χρήσιμα αποτελέσματα για ιδιωτικές εταιρείες ή το κράτος, δεν πληρώνονται τίποτα για τη δουλειά τους (ή παίρνουν μόνο ψίχουλα), ενώ οι μεγαλοκαθηγητές καρπώνονται τεράστιο ποσό χρημάτων από έρευνες που κοστίζουν δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Η έρευνα αυτή συχνά μάλιστα δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια, καθώς ονομάζεται πτυχιακή ή εθελοντικά ερευνητικά προγράμματα. Η πρακτική εργασία, από την άλλη, εντός ή εκτός πανεπιστημίου, αμείβεται ισχνά, 200-300 ευρώ και ανασφάλιστα. Παράλληλα δεν είναι καθόλου λίγοι όσοι εργάζονται (με την τυπική έννοια του όρου) όσο είναι ακόμα φοιτητές. Αυτοί αποτελούν το κύριο εργατικό δυναμικό σε καφετέριες, μπαράκια, φαστφουντάδικα, διανομή φυλλαδίων. Μάλιστα σε τέτοιες δουλειές η εργασία είναι σχεδόν πάντα ανασφάλιστη, επισφαλής και με ότι να ‘ναι ωράρια. Οι συνθήκες αυτές, εξάλλου, δεν πρόκειται να μείνουν σ’ όσους δουλεύουν μ’ αυτούς τους όρους στο παρόν, μιας κι όταν η ταξική υποτίμηση λαμβάνει χώρα σ’ ένα κομμάτι της εργατικής τάξης, θ’ ακολουθήσουν κι άλλα. Το κακό στην όλη υπόθεση είναι ότι αυτός ο κόσμος εξακολουθεί να αυτοπροσδιορίζεται μόνο ως “φοιτητές” κι όχι κι ως “εργάτες”.

Σ’ αυτό παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η “φοιτητική συνείδηση”, δηλαδή το σύνολο αξιών, απόψεων και ιδεολογιών του φοιτηταριάτου,  από την οποία επωφελείται ο καπιταλισμός. Χαρακτηριστικά συμπτώματα αυτής της “αρρώστιας”, είναι η εξιδανίκευση του διανοητικού (λέμε τώρα) ρόλου μας στην κοινωνία, παράλληλα με την υποτίμηση κάθε χειρωνακτικής εργασίας (αν και συχνά τα κάτεργα του τριτογενούς είναι εξίσου ζόρικα). Το κυνήγι της καριέρας, της κοινωνικής ανόδου, αφού η μαμά κι ο μπαμπάς μας είπαν ότι προοριζόμαστε για κάτι σπουδαίο. Το να μπούμε σε κάποια παράταξη για να βρούμε σημειώσεις και φίλους. Οι ύμνοι λατρείας στη “φοιτητική ζωή”, στα πάρτυ, στο “πίνω ξύδια όλο το χρόνο αλλά στην εξεταστική θα ‘μαι ΟΚ”.Η λατρεία της κατανάλωσης εμπορευμάτων και της επίπλαστης κοινωνικοποίησης. Έτσι ο φοιτητής βάζει μπροστά τη φοιτητική του ταυτότητα και σαμποτάρει την ταξική, κι αυτό έχει αρνητικές συνέπειες για τους από-κάτω στον ταξικό-κοινωνικό πόλεμο. Ένα φοιτητικό κίνημα που έχει προοπτικές επιτυχίας πρέπει να έχει έντονα ταξικά χαρακτηριστικά, αλλιώς είναι απλά αποπροσανατολιστικό. Και για το λόγο αυτό δε μπορεί να είναι ενιαίο.

Εδώ έχει κάνει μεγάλη ζημιά η αριστερά των πανεπιστημίων. Αποκρύπτει τις ταξικές αντιθέσεις που υπάρχουν εντός του πανεπιστημίου κι εντός του φοιτητικού στρώματος με το να μιλάει για “ενιαία συμφέροντα των φοιτητών”2 (ΕΑΑΚ,ΑΡΕΝ), λες κι οι φοιτητές είναι όλοι το ίδιο, ή για “παιδιά λαϊκών οικογενειών”3 (ΜΑΣ), λες και ορίζεται κάπως η λαϊκή οικογένεια ή λες και δεν παίζουν ρόλο οι επιλογές. Χαρακτηριστικές αντιλήψεις είναι αυτές που τοποθετούν το φοιτητή ως απ’ έξω στοιχείο της εργατικής τάξης αλλά φίλο αυτής, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του (διανόηση, νεότητα) Προτιμούν να αποκαλέσουν το συνομιλητή τους “συνάδελφο” κι όχι να εξετάσουν αν είναι ταξικός τους εχθρός. Η επιλογή τους βέβαια να μιλάνε για ενιαία φοιτητικά συμφέροντα δεν είναι τυχαία, μιας και οι πιθανοί ψηφοφόροι τους αυξάνονται αν συμπεριλάβεις σ’ αυτούς το σύνολο των κοινωνικών τάξεων.

Ο φοιτητής, λοιπόν, αντικειμενικά, δε μπορεί να μιλάει σα φοιτητής4. Αντίθετα, μπορεί και πρέπει να μιλάει αντιλαμβανόμενος την ταξική του θέση. Κι εδώ μπαίνει το δίλημμα, γιαόσους τουλάχιστον αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά σ’ αυτόν τον γερασμένο κόσμο: είτε επιλέγουμε να ζούμε, να μιλάμε και να δρούμε σα φοιτητές, αποκομμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία, κινούμενοι στο μικρόκοσμο μας και γνωρίζοντας πως σε λίγα χρόνια θα σπάσει η γυάλα μας και θ’ αναγκαστούμε να βγούμε στον πραγματικό κόσμο. Είτε αντιλαμβανόμαστε τη μελλοντική μας θέση, βλέπουμε εαυτόν σα κομμάτι της παγκόσμιας εργατικής τάξης , και ξεκινάμε από σήμερα να ζούμε, να σκεφτόμαστε και να δρούμε ανταγωνιστικά σ’ αυτό το κωλοσύστημα, επιδιώκοντας το αδύνατο για να μη βρεθούμε αντιμέτωποι με το αδιανόητο. Και ψάχνοντας μέσα στην καθημερινή ζωή, είτε στο πανεπίστημιο είτε στον έξω κόσμο, τους τρόπους να βελτιώσουμε το συνειδησιακό, γνωσιολογικό και βιοτικό μας επίπεδο σήμερα, συλλογικά πάντα, ώστε να πολεμήσουμε αύριο από καλύτερη θέση. Επιλέγουμε το δεύτερο…

ΤΑΞΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΟΧΙ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ

  1. Όπου πανεπιστήμιο, εννοούμε ΑΕΙ και ΤΕΙ.
  2. Είναι αντίφαση να μιλάς ταυτόχρονα για εργατικά δικαιώματα και “ενιαία συμφέροντα”. Το αυριανό αφεντικό θέλει μειωμένα εργατικά δικαιώματα, ενώ ο αυριανός εργαζόμενος θέλει αυξημένα.
  3. Μήπως “λαϊκές οικογένειες ” είναι μικροαστοί και μεσοαστοί, δηλαδή οι ψηφοφόροι τους;
  4. Χωρίς να αγνοούμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φοιτητικής ταυτότητας (περισσότερος ελεύθερος χρόνος, διαφορετικά ωράρια κλπ)

σπασμενο γρανάζι,

συνέλευση αναρχικών , ατιεξουσιαστων, αυτόνομων για την παρέμβαση στις σχολες.

Πρωτοβουλία Φυσικομαθηματικού